- οχτακόσια
- βλ. οκτακόσια.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
οκτακόσιοι — και οχτακόσιοι, ες, α (Α ὀκτακόσιοι και ὀκτωκόσιοι και δωρ. τ. ὀκτακάτιοι, αι, α) ποσότητα οκτώ εκατοντάδων νεοελλ. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα οκτακόσια και οχτακόσια α) ο αριθμός 800 β) (για χρονολογία) το οκτακοσιοστό έτος μετά Χριστόν. [ΕΤΥΜΟΛ … Dictionary of Greek
τόσος — η, ο / τόσος, η, ον, ΝΜΑ, και επικ. τ. τόσσος, η, ον, Α (δεικτ. αντων. συσχετική τών πόσος και όσος) 1. αυτής τής ποσότητας, αυτού τού πλήθους, αυτής τής έντασης, αυτής τής διάρκειας, τέτοιος ως προς την ποσότητα, το πλήθος, την ένταση, τη… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Ιστορικό και Λαογραφικό Νάουσας Πάρου — Από τον Απρίλιο του 1999 λειτουργεί στη Νάουσα ένα πολύ όμορφο μικρό Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο με σημαντικά εκθέματα. Το μουσείο στεγάζει την πολύ πλούσια προσωπική συλλογή του γιατρού Όθωνα Κάπαρη, την οποία, μετά το θάνατό του, το 1996,… … Dictionary of Greek
οκτακόσια — και οχτακόσια αριθμ. απόλυτο που δηλώνει ποσότητα από 800 μονάδες ή οχτώ εκατοντάδες· επίθ. οχτακόσιοι, ιες, ια … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)